Η ΤΕ Πιερίας του ΚΚΕ για τον τουρισμό
Για μια ακόμα χρονιά, οι επιχειρηματικοί όμιλοι στον κλάδο του Τουρισμού, η κυβέρνηση και σύσσωμα τα αστικά επιτελεία ετοιμάζονται να πανηγυρίσουν για τα «ρεκόρ» του Τουρισμού: Στις αφίξεις τουριστών, στον τζίρο, στα κέρδη του μεγάλου κεφαλαίου που δραστηριοποιείται στον κλάδο.
Την ίδια ώρα, οι εργαζόμενοι στον κλάδο του Τουρισμού γνωρίζουν πια καλά τι «ταμείο» κάνουν από τη μια «πετυχημένη σεζόν» στην επόμενη, από το ένα «ρεκόρ» στο άλλο: Εντατικοποίηση, ατελείωτα ωράρια και ρεπό με το σταγονόμετρο, απλήρωτη και ανασφάλιστη δουλειά, ατομικές συμβάσεις και «ευέλικτες» μορφές εργασίας που υπονομεύουν ακόμα και την πετσοκομμένη κλαδική Σύμβαση.
Πάνω σε αυτά τα «υλικά», στην ένταση με κάθε τρόπο της εκμετάλλευσης σε βάρος των εργαζομένων, με… χορηγό το αντεργατικό πλαίσιο που διαμορφώνουν οι αστικές κυβερνήσεις και την πολύμορφη στήριξη των μονοπωλίων του κλάδου από το αστικό κράτος, είναι χτισμένη η «ανταγωνιστικότητα του ελληνικού τουριστικού προϊόντος», το «πρότυπο» για την ανάκαμψη των κερδών της ελληνικής αστικής τάξης.
Σε αντίθεση με την άνοδο των αφίξεων τουριστών και του τζίρου των μεγάλων επιχειρήσεων του κλάδου, τα δικαιώματα των εργαζομένων στον Τουρισμό διαγράφουν τα τελευταία χρόνια μια πορεία αντιστρόφως ανάλογη.
Μισθοί πείνας δίπλα στα «ρεκόρ» των εισπράξεων
Η κλαδική Συλλογική Σύμβαση, σε ό,τι αφορά τους εργαζόμενους στα ξενοδοχεία, μείωσε τους μισθούς κατά 15% το 2012, μειώσεις που διατηρούνται σε ισχύ μέχρι σήμερα. Στην πραγματικότητα, βέβαια, ακόμα και η κουτσουρεμένη Συλλογική Σύμβαση, που λήγει στο τέλος του έτους, δεν εφαρμόζεται στη συντριπτική πλειοψηφία των ξενοδοχειακών μονάδων. Σε ένα σύνολο περίπου 10.000 ξενοδοχείων, η Σύμβαση εφαρμόζεται περίπου σε 90 επιχειρήσεις. Ακόμα χειρότερη είναι η εικόνα στον Επισιτισμό, καθώς η κλαδική Σύμβαση δεν εφαρμόζεται πουθενά.
Οι ξενοδόχοι σε μια σειρά τουριστικές περιοχές, όπως στην Κρήτη, στη Ρόδο, στη Ζάκυνθο και αλλού, αποχωρούν από τις εργοδοτικές ενώσεις, αξιοποιώντας τις νομοθετικές ρυθμίσεις που καταργούν την υποχρεωτικότητα των Συλλογικών Συμβάσεων. Με τον τρόπο αυτό δεν εφαρμόζουν την κλαδική Σύμβαση ούτε στο κομμάτι των μισθών ούτε και στο θεσμικό πλαίσιο, που αφορά στο ωράριο, στα ρεπό και άλλα δικαιώματα των ξενοδοχοϋπαλλήλων.
Με βάση τα παραπάνω, οι μισθοί των εργαζομένων διαμορφώνονται μέσα από ατομικές και επιχειρησιακές συμβάσεις, κινούνται γύρω από τα ψίχουλα του κατώτερου μισθού των 586 ευρώ, ενώ είναι ακόμα μικρότεροι για τους νέους κάτω των 25 ετών.
Ανάμεσα στις επιχειρησιακές συμβάσεις ξεχωρίζουν αυτές που υπογράφονται μέσα από τη «φάμπρικα» των «ενώσεων προσώπων». Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα της Ρόδου όπου μέσα σε λίγες μέρες στην έναρξη της σεζόν υπογράφηκαν πέντε νέες «καρμπόν» Συμβάσεις, με πανομοιότυπους όρους που περιορίζουν τις αποδοχές των εργαζομένων στο επίπεδο του κατώτερου μισθού, όπως έχουν καταγγείλει οι δυνάμεις του ΠΑΜΕ.
Δουλειά – λάστιχο και χωρίς ανάσα…
Μεγάλο μέρος των εργαζομένων, περίπου το 80% του κλάδου, είναι εποχικά εργαζόμενοι, δουλεύουν δηλαδή από τέσσερις μέχρι επτά μήνες το χρόνο. Τον υπόλοιπο χρόνο πετιούνται στην ανεργία και καλούνται να επιβιώσουν με το επίδομα του ΟΑΕΔ. Ακόμα και σε αυτό όμως έχει μπει «ταβάνι» που ορίζει ότι το διάστημα της επιδότησής τους δεν μπορεί να ξεπερνά τους τρεις μήνες και πέντε μέρες ετησίως. Με άλλα λόγια, οι εποχικοί πρέπει να ζήσουν με 5.000 ευρώ για 12 μήνες.
Η κλαδική Σύμβαση υπονομεύεται στην πράξη από τις ελαστικές εργασιακές σχέσεις, τη μερική απασχόληση, την «έξτρα» εργασία με συμβάσεις μιας μέρας, τα «δουλεμπορικά» της «ενοικίασης» εργαζομένων, που «βασιλεύουν» στους χώρους δουλειάς, φτάνοντας να αποτελούν ακόμα και το μισό προσωπικό μεγάλων επιχειρήσεων του κλάδου. Παράλληλα, κάτω από το πρόσχημα της «μαθητείας», της πρακτικής άσκησης και των προγραμμάτων «απόκτησης εργασιακής εμπειρίας», χιλιάδες νέοι σε ηλικία εργαζόμενοι δουλεύουν για ψίχουλα, χωρίς στοιχειώδη δικαιώματα.
Κοινό πρόβλημα για όλους τους εργαζόμενους, ανεξάρτητα από ειδικότητα, σχέση εργασίας και χώρο δουλειάς, είναι οι συνθήκες εντατικοποίησης κάτω από τις οποίες δουλεύουν. Η πρόβλεψη για δύο συνεχόμενα ρεπό μέσα στη βδομάδα έχει γίνει κουρελόχαρτο μαζί με την κλαδική Σύμβαση, το ίδιο και ο σταθερός ημερήσιος χρόνος δουλειάς. Το ωράριο επιμηκύνεται μέχρι τις 10 και τις 12 ώρες, στις περιοχές που η τουριστική κίνηση χτυπάει «κόκκινο» ακόμα περισσότερο. Πριν βγει καλά καλά ο Ιούνης στο Συνδικάτο της Αττικής έφτασαν οι πρώτες καταγγελίες για λιποθυμίες καμαριέρων σε «πεντάστερα» ξενοδοχεία. Αξίζει να σημειωθεί ότι στις διεκδικήσεις των σωματείων σχετικά με τη Συλλογική Σύμβαση περιλαμβάνεται και το αίτημα για καθορισμό της ελάχιστης σύνθεσης του προσωπικού με βάση τις κλίνες των ξενοδοχειακών μονάδων, μια πρόβλεψη που μέχρι σήμερα δεν υπάρχει.
Στο παραπάνω φόντο οι εργαζόμενοι τσακίζονται από μυοσκελετικές παθήσεις, υπερκόπωση, εργατικά «ατυχήματα». Η φθορά της υγείας τους επιτείνεται από τις ανατροπές στην Κοινωνική Ασφάλιση. Για παράδειγμα, η κατάργηση των Βαρέων και Ανθυγιεινών έχει οδηγήσει στην αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, αναγκάζοντας καμαριέρες, μάγειρες και άλλες ειδικότητες να δουλεύουν μέχρι τα 67 τους χρόνια! Ακόμα και το δικαίωμα που είχαν οι ξενοδοχοϋπάλληλοι να λαμβάνουν το εφάπαξ με τη συμπλήρωση 20 ετών ασφάλισης στον Τομέα Πρόνοιας Ξενοδοχοϋπαλλήλων του ΤΑΠΙΤ (πρώην ΤΑΞΥ) καταργήθηκε από την κυβέρνηση. Πλέον το ποσό του εφάπαξ, που έχει μείνει μισό από τις αλλεπάλληλες περικοπές, χορηγείται μόνο σε όσους καταφέρουν να πάρουν σύνταξη. Μόνο που οι ξενοδοχοϋπάλληλοι και άλλοι εργαζόμενοι του κλάδου θεωρούνται «αντιτουριστικοί» όσο η ηλικία τους μεγαλώνει και πετιούνται στην ανεργία και την υποαπασχόληση…
Ορισμένα στοιχεία για την εντατικοποίηση και τη μερική απασχόληση
Από την επεξεργασία στοιχείων που βρίσκονται σε έρευνα του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) για την απασχόληση προκύπτει πως την περίοδο 1987 – 2016:
— Η πλήρης απασχόληση αυξήθηκε κατά 80,5%. Από 155,2 χιλιάδες απασχολούμενους το 1987 σε 280,2 χιλιάδες το 2016.
— Η μερική απασχόληση αυξήθηκε κατά 1.095,4%! Από 5,1 χιλιάδες το 1987 σε 61,0 χιλιάδες το 2016!
Μάλιστα, ο ΣΕΤΕ σημειώνει ότι «στα χρόνια της κρίσης (μετά το 2008), οι εργαζόμενοι με μερική απασχόληση στον τουρισμό παρουσιάζουν σταθερά ανοδική πορεία που είναι έντονη το 2014 (+31,1%), το 2015 (+21%) και το 2016 (+13,9%)».
Ομως ακόμα και αυτά τα στοιχεία δεν δείχνουν την πραγματική έκταση των ελαστικών μορφών απασχόλησης. Χαρακτηριστικό είναι ότι ένα από τα μεγαλύτερα ξενοδοχεία της Αθήνας με πάνω από 500 δωμάτια απασχολεί περίπου 700 εργαζόμενους από τους οποίους το 50% είναι με ελαστική μορφή απασχόλησης.
Επιπλέον, τα στοιχεία για την απασχόληση ανά δωμάτιο δείχνουν και αυτά πως οι εργαζόμενοι εξαναγκάζονται να δουλεύουν πολλές ώρες σκληρά, καθώς απασχολείται λιγότερο προσωπικό από αυτό που πραγματικά χρειάζεται. Στα ξενοδοχεία «5 αστέρων» αντιστοιχούν μόλις 0,67 απασχολούμενοι ανά δωμάτιο, ενώ η κατάσταση χειροτερεύει στα ξενοδοχεία με χαμηλότερο επίπεδο υπηρεσιών, φτάνοντας στα ξενοδοχεία 1 αστεριού να αντιστοιχούν μόλις 0,16 απασχολούμενοι ανά δωμάτιο.
Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα στοιχεία του ΣΕΤΕ αναφέρονται στο σύνολο όσων απασχολούνται στα ξενοδοχεία, χωρίς να ξεχωρίζει τους ιδιοκτήτες και τα στελέχη από τους εργαζόμενους. Μια εικόνα για τους μισθωτούς παίρνουμε από στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ που δείχνουν για παράδειγμα πως το 2016 στον τομέα υπηρεσιών παροχής καταλύματος και εστίασης εργάστηκαν 223,05 χιλιάδες μισθωτοί.
Ακόμα, από την εξέταση των δεικτών απασχόλησης, ωρών εργασίας και αμοιβών της ΕΛΣΤΑΤ προκύπτει η διαπίστωση ότι την περίοδο 2010 – 2012 (για το γ’ τρίμηνο κάθε έτους) υπάρχει συνεχής πτώση των δεικτών, εικόνα που αλλάζει από το 2013 και μετά. Ωστόσο, ο κάθε δείκτης μειώνεται ή αυξάνεται με διαφορετικούς ρυθμούς. Το αποτέλεσμα είναι ότι το 2016 οι εργαζόμενοι στον τουρισμό αναγκάζονται να δουλεύουν συνολικά πολύ περισσότερες ώρες από ό,τι τα προηγούμενα χρόνια (βλ. σχετικό γράφημα), χωρίς όμως να αμείβονται ανάλογα, μια διαδικασία που βρίσκεται σε εξέλιξη, με διαρκή επιδείνωση των συνθηκών εργασίας.