Έρευνα της ΙΕΛΚΑ επιβεβαιώνει τη «στενότητα» στα οικονομικά των νοικοκυριών
Με συχνές επισκέψεις στα σούπερ μάρκετ και από πολλά σημεία πώλησης επιλέγει να αγοράσει τα τρόφιμά του ο καταναλωτής, καταδεικνύοντας μια ιδιαίτερη κινητικότητα όσον αφορά την προμήθεια των προϊόντων διατροφής του.
Σύμφωνα με έρευνα του Ινστιτούτο Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ) ο Έλληνας καταναλωτής παρότι προσπαθεί να αξιοποιήσει προσφορές και εκπτώσεις από το σουπερμάρκετ, παράλληλα επισκέπτεται σε σημαντικό βαθμό και άλλα σημεία πώλησης.
Οι συχνές επισκέψεις
Ο μέσος καταναλωτής επισκέπτεται το σουπερμάρκετ τρεις φορές ανά εβδομάδα η περισσότερες. Μάλιστα η πλειοψηφία των καταναλωτών επιλέγει δύο ή περισσότερες αλυσίδες σουπερμάρκετ για τις αγορές της. Μόλις το 9% επισκέπτεται μία φορά ή λιγότερες το σουπερμάρκετ ανά εβδομάδα.
Δεύτερο σημείο πώλησης τροφίμων με μεγάλη επισκεψιμότητα είναι ο φούρνος-αρτοπωλείο με το 53% του κοινού να κάνει τουλάχιστον τρεις επισκέψεις ανά εβδομάδα, εξέλιξη που σχετίζεται με την καθημερινή ανάγκη προμήθειας ψωμιού (άλλωστε ο φούρνος αποτελεί το κυρίαρχο κανάλι στην πώλησης άρτου), αλλά και με την εξέλιξη των αρτοπωλείων σε καταστήματα με νέα προϊόντα με χαρακτηριστικό παράδειγμα τον καφέ.
Η λαϊκή αγορά καταγράφει περίπου μία επίσκεψη ανά εβδομάδα για την εβδομαδιαία αναπλήρωση φρούτων και λαχανικών, με το 78% του κοινού να κάνει τουλάχιστον μια επίσκεψη σε εβδομαδιαία βάση.
Άλλωστε η λαϊκή αγορά είναι το σημείο πώλησης με το μεγαλύτερο μερίδιο πωλήσεων σε προϊόντα φρούτων και λαχανικών.
Τα εξειδικευμένα σημεία πώλησης κρεοπωλείο-ιχθυοπωλείο-οπωροπωλείο λαμβάνουν επίσης μία επίσκεψη ανά εβδομάδα, με μόλις το 20% του κοινού να δηλώνει ότι δεν τα επισκέπτεται καθόλου.
Χαρακτηριστικό είναι ότι η κατανομή των επισκέψεων είναι ιδιαίτερα κατακερματισμένη, με το σουπερμάρκετ να έχει το 36% (το οποίο «σπάει» περαιτέρω σε διαφορετικά καταστήματα), ο φούρνος το 34%, η Λαϊκή αγορά το 14% και το εξειδικευμένο κατάστημα το κρεοπωλείο, ιχθυοπωλείο, οπωροπωλείο το 16%.
Σημειώνεται ότι σε αυτά τα σημεία πώλησης δεν περιλαμβάνεται το κανάλι του διαδικτύου, το οποίο μπορεί ακόμα στην Ελλάδα να έχει χαμηλά ποσοστά πωλήσεων, αλλά στο εξωτερικό αποτελεί το κανάλι πώλησης με τους μεγαλύτερους ρυθμούς ανάπτυξης.
Κυρίαρχος λόγος επίσκεψης στο σουπερμάρκετ είναι οι εβδομαδιαίες αγορές, η αναπλήρωση δηλαδή των οικιακών αποθεμάτων σε τρόφιμα και λοιπά είδη. Αντίστοιχοι είναι και οι κύριοι λόγοι για τα σημεία πώλησης της λαϊκής αγοράς και εν μέρει των εξειδικευμένων καταστημάτων.
Δεύτερος λόγος είναι η έλλειψη συγκεκριμένου προϊόντος με 43%, ενώ ένα 19% επιπλέον επισκέπτεται το σουπερμάρκετ για το φαγητό της ημέρας. Πρόκειται δηλαδή για καθημερινές και μη προγραμματισμένες επισκέψεις, οι οποίες επίσης παρατηρούνται στο αρτοπωλείο-φούρνο και εν μέρει στα εξειδικευμένα καταστήματα.
Η βασική διαφορά του σουπερμάρκετ σε σχέση με τα μικρότερα σημεία πώλησης είναι ότι πρώτον αποτελεί πόλο έλξης λόγω των πολλών, έντονων και εναλλασσόμενων προσφορών και εκπτώσεων, αλλά και ως σημείο εξόδους «διασκέδασης» μέσα στο πλαίσιο της οικονομικής ύφεσης. Το 40% του κοινού επισκέπτεται το σουπερμάρκετ για κυνήγι προσφορών και εκπτώσεων ενώ το 22% για βόλτα, διασκέδαση ψυχαγωγία.
Παρά την κινητικότητα που καταγράφεται, το σουπερμάρκετ θεωρείται με διαφορά το σημείο πώλησης που εμπιστεύεται περισσότερο ο καταναλωτής με το 73% του κοινού να το επιλέγει σε σχέση με τα άλλα σημεία πώλησης. Άλλωστε θετικές γνώμες για την ασφάλεια και υγιεινή των προϊόντων φτάνουν το 78%, το οποίο είναι και ιδιαίτερα υψηλό για τα Ευρωπαϊκά δεδομένα.
Πρόκειται για αποτέλεσμα των μακροχρόνιων επενδύσεων των μεγάλων αλυσίδων σουπερμάρκετ τόσο σε εσωτερικά συστήματα διασφάλισης ποιότητας και εξελιγμένο εξοπλισμό, όσο και των μακροχρόνιων συνεργασιών με μεγάλο αριθμό προμηθευτών η αξιολόγηση των οποίων έχει πολύ απαιτητικά κριτήρια.
Η σχέση εμπιστοσύνης σχετίζεται και με τη σχέση ποιότητας-τιμής που θεωρεί ότι λαμβάνει ο καταναλωτής, με την πλειοψηφία του κοινού (74%) να αξιολογούν υψηλά τη σχέση value-for-money που βρίσκουν στο σουπερμάρκετ με αυξητική μάλιστα τάση.