Μενού Κλείσιμο

Το «Chal’s Museum» έκανε εκθέματα την ποδοσφαιρική σου φαντασίωση

Ο Μπαπέ, ο Τζιανίνι και ο Μακελελέ παρατάσσονται δίπλα – δίπλα για την παρουσίαση του ματς. Ο Τσάβι «λάμπει» στα γήπεδα της Αυστρίας για να δώσει έρεισμα στους Φούριας Ρόχας να κατακτήσουν την Ευρώπη. Ο Κασίγιας φιλάει το σήμα της Βασίλισσας και ετοιμάζεται να υψώσει για πρώτη φορά από τα δικά του χέρια την κούπα με τα μεγάλα αυτιά, στον ουρανό της Λισαβόνας. Ενδιάμεσα, ο Χοσέ Χολέμπας μαρκάρει τον Μέσι, ο Σωκράτης Παπασταθόπουλος «τζαρτζάρει» τον Μπάλακ και ο Κώστας Σταφυλίδης κάνει τάκλιν στον Ραούλ.

Δεν είναι fantasy mode στο Playstation, ούτε κάποιο θεότρελο όνειρο, που έμπλεξε τους ποδοσφαιρικούς συνειρμούς ολόκληρης της ζωής σου. Είναι, πράγματι, το αποτέλεσμα μιας φλόγας που άρχισε να καίει από νωρίς και πρόκειται να σβήσει. Στα 21 σου χρόνια άλλωστε, δεν αποζητάς την «πυροσβεστική».

Ο Νότης Χάλαρης πήρε το μεράκι του έφηβου ποδοσφαιρόφιλου, τη μανία ενός παθολογικού συλλέκτη και το πείσμα που γέμισε το γονίδιό του, για να δώσει στο φίλαθλο κοινό αυτό που αναζητούσε για χρόνια.

Ένα αμιγώς ποδοσφαιρικό μουσείο -το πρώτο αντίστοιχο στο λεκανοπέδιο της Αττικής-, ένα εικονικό all-star game ανάμεσα σε παιχταράδες από το παρελθόν και το παρόν, που θα ευχόσουν να έχεις παρακολουθήσει από κοντά. Οι φορεμένες φανέλες τους, με ιδιόχειρη υπογραφή ή μη, εκτείνονται από τοίχο σε τοίχο και κοσμούν το «Chal’s museum», δίνοντας τη μορφή του απόλυτου χώρου για να μυήσεις κάποιον στην ποδοσφαιρική παράδοση.

Για τον ίδιο τον δημιουργό, το άνοιγμα του μουσείου είναι «σαν να πέρασα βέρες με τη «γυναίκα» της ζωής μου». Ειρωνεία, αν σκεφτεί κανείς ότι η κοπέλα του, τού έκανε δώρο τον λόγο για τον οποίο το εγχείρημα πήρε σάρκα και οστά.

Η φανέλα του Πολ Πογκμπά στην Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, της πιο ακριβής μεταγραφής του πλανήτη στα χρονικά της, ήταν η αφορμή για να χτίσει μέσα σε δύο χρόνια το υπόβαθρο για το κατοπινό «δεύτερο σπίτι του».

Σε αυτό το διάστημα, ψάχτηκε για να τρυπώσει στο πλέγμα των διεθνών συλλεκτών:

«Σταμάτησα να δίνω 10ευρα για εμφανίσεις από e-bay και άλλα σάιτ και τα μάζευα για να παίρνω ένα-ένα τα πιο σπάνια κομμάτια, πριν αρχίσω να προσθέτω και με ανταλλαγές. Αυτός ήταν ο τρόπος για να αποκτήσει μεγαλύτερη αξία και προσοχή το εγχείρημα».

Μέσα στο 2019, κατάφερε να αποκτήσει 50 (!) φορεμένες φανέλες. Σχεδόν ανά μία εβδομάδα, ο κούριερ του χτυπούσε την πόρτα. Κι όταν δεν τον έβρισκε σπίτι, παρατούσε ό,τι βρισκόταν σε εξέλιξη στην καθημερινότητά του, για να νιώσει το ίδιο συναίσθημα.

«Κάθε φορά είναι απερίγραπτο. Αισθάνομαι σαν μικρό παιδί που το επισκέπτεται ο Άη Βασίλης».

Αν αναρωτιέται κανείς πώς ένα μεγαλύτερο παιδί, ετών 21, έφτασε μέχρι εδώ, το μικρόβιο που κόλλησε από τον πατέρα-επίσης «μανιακό» συλλέκτη- δίνει την απάντηση.

Παραδόξως, η προσπάθεια του Νότη δεν βρήκε τον ακούσιο μέντορά του 100% σύμφωνο. Η αντιμετώπιση από τους οικείους σου όταν έχεις βάλει στόχο ζωής ένα χόμπι δίχως χρηματικές ωφέλειες στα πρώτα, τουλάχιστον, στάδια, ενδέχεται να είναι επιφυλακτική. Η χαρά τους, όμως, όταν το «Chal’s Museum» άνοιξε την πόρτα του στο κοινό στις 9 Φεβρουαρίου, ήταν διάχυτη, γέμισε με υπεραξία την κάθε σπιθαμή ανάμεσα στα καδραρισμένα εκθέματα, ικανή να του δώσει το ελάχιστο πριμ στήριξης που χρειάζεται σε αυτό το εγχείρημα. Το μεγαλύτερο μέρος, άλλωστε, των δυνάμεων το αντλεί από τον εαυτό του και την «τρέλα, που κανείς άλλος δεν μπορεί να καταλάβει».

Πού όμως αποσκοπεί η πρωτοπορία; Προς τα πού «κοιτάει» η φιλοδοξία;

«Στόχος μου είναι το μουσείο να βρεθεί σε ένα σημείο μεγαλύτερης προσέλευσης τους επόμενους μήνες. Έχω αρχίσει επαφές με το Δήμο Πειραιά, για να βρεθεί κάποιος χώρος που θα μπορώ να συμπεριλάβω κι άλλα κομμάτια της συλλογής μου. Μελλοντικά και σε κεντρικό σημείο της Αθήνας. Υπάρχουν πολλά ακόμα που δεν βρήκαν θέση. Δεν ξέρεις πόσο δύσκολο ήταν να τα επιλέξω και να τα ταξινομήσω».

Στο κάτω κάτω της γραφής, όμως, η διαρρύθμιση, ο τρόπος με τον οποίο διάρθρωσε το μουσείο είναι ίδιον της προσωπικότητας του. Οργάνωση, τελειομανία, τάξη, έννοιες με μεγάλα γράμματα στο προφίλ του Νότη, που αντανακλώνται αβίαστα μόλις κανείς βρεθεί στον πρόσφατα εγκαινιασμένο χώρο, στο Χατζηκυριάκειο του Πειραιά. Εκεί όπου μπορείς να δεις το κασκόλ της Προοδευτικής, να θαυμάσεις τις σπάνιες ρέπλικες από τα μπουκάλια αλκοόλ που κυκλοφόρησαν στο Μουντιάλ του Μεξικού, να νιώσεις «ένα» με τους ήρωες του πριν, του τώρα του μετά. Και το ρόστερ εμπλουτίζεται κι ανανεώνεται, σταθερά.

Πηγή: gazzetta.gr

Οι ειδήσεις της Κατερίνης και της Πιερίας με ένα κλικ.