Κων/νος Σαλαβάτης
Πτυχιούχος Αγγλικής Γλώσσας και Φιλολογίας ΑΠΘ.
Κάτοχος Μεταπτυχιακού τίτλου στις Αγγλικές και Αμερικανικές Σπουδές.
Το πιο βασικό ίσως χαρακτηριστικό του μεταμοντέρνου ρεύματος στη λογοτεχνία και τον κινηματογράφο είναι η αναθεώρηση των κλασικών κειμένων, των συμβατικών αφηγηματικών τεχνικών, ακόμα και της ίδιας της πραγματικότητας. Συνήθως ένα μεταμοντέρνο εγχείρημα συμπεριλαμβάνει αλλαγή προοπτικής, ύφους και πρόθεσης, υπονομεύοντας την ιδέα της πρωτοτυπίας και της μοναδικότητας. Σπάνια ακολουθεί γραμμική αφήγηση, αλλάζει απότομα τις ιεραρχίες φέρνοντας στο προσκήνιο τους περιθωριοποιημένους και πολλές φορές «σπάει τον τέταρτο τοίχο» υπενθυμίζοντας στον αναγνώστη-θεατή πως έχει αναστείλει την δυσπιστία του και πως αυτό που ζει είναι απλά ένα έργο, ένα πολιτισμικό προϊόν. Το Once Upon a Time in Hollywood είναι το πλέον μεταμοντέρνο πνευματικό παιδί του Quentin Tarantino, ο οποίος αφήνει πίσω το modus operandi των τελευταίων ταινιών του (Άδωξοι Μπάσταρδοι, Django: ο Τιμωρός και Οι Μισητοί Οκτώ) και γυρνάει πίσω σ ‘αυτό που τον έκανε έναν από τους σημαντικούς σκηνοθέτες στην ιστορία κερδίζοντας του τον Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ των Καννών το 1994, το αμίμητο χρονικoπολιτισμικό μωσαϊκό του Pulp Fiction. Αλλά ας τα πάρουμε όλα από την αρχή.
Σκηνικό:
Η πρώτη ώρα της ταινίας δεν είχε μεγάλες εκπλήξεις ξεκάθαρα γιατί χρησιμοποιήθηκε από τον Ταραντίνο για να καθορίσει τον χωροχρόνο της ιστορίας. Το Once Upon a Time in Hollywood ήταν οπτικά ένα αριστούργημα της 7ης τέχνης, δημιουργώντας ένα απίστευτο ομοίωμα της χρυσής εποχής του Λος Άντζελες στα τέλη της δεκαετίας του ’60 που, αν δεν είχες μπει πριν από 45 λεπτά στην αίθουσα με μία Pepsi και νάτσος στο χέρι, θα νόμιζες πως είσαι ένα κομμάτι του.
Η προσοχή στην λεπτομέρεια των κοστουμιών, η μοναδική δουλειά των σκηνογράφων της παραγωγής, η ασυναγώνιστη χρήση του soundtrack (ναι, ο Ταραντίνο αφήνει πίσω το πρωτότυπο soundtrack που επέλεξε στους Μισητούς Οκτώ και κατακλύζει την ταινία με ψαγμένες μουσικές επιλογές της δεκαετίας του 60) και ο φακός του ανορθόδοξου σκηνοθέτη, ο οποίος σε πολλά πλάνα δίνει έμφαση σε πολιτισμικά σύμβολα που έμειναν γνωστά σε εκείνη την εποχή, όπως η Cadillac του Ρικ Ντάλτον και οι εμβληματικές τοποθεσίες του Λος Άντζελες που έγιναν καλτ με την πάροδο του χρόνου (Musso & Frank, Casa Vega, El Coyote, κλπ.), δημιούργησαν ένα αισθητικό αποτέλεσμα που θα το ζήλευε κάθε σκηνοθέτης και θα θαύμαζε κάθε θεατής. Το να «γράφεις» μια εποχή διαφορετική από τη δική σου είναι ένα βουνό, το να της δίνεις τη ζωή που έδωσε ο Ταραντίνο στο πλασματικό του Χόλυγουντ όμως είναι το Έβερεστ. Τόσα χρόνια που βλέπω ταινίες και σειρές έχω δει τέτοιο άρτιο αισθητικό αποτέλεσμα που με άφησε άναυδο μόνο δύο φορές. Στην πρώτη σεζόν του Stranger Things και στην 9η ταινία του Αμερικανού σκηνοθέτη.
Πλοκή:
H πλοκή της ταινίας εξελίσσεται, όπως ακριβώς και στο Pulp Fiction, σαν ιστός αράχνης. Κάθε κομμάτι του ιστού είναι και ένας από τους χαρακτήρες. Ο σταρ του Χόλυγουντ Ρικ Ντάλτον (Leonardo DiCaprio), πρωταγωνιστής σε ταινίες δράσης και γουέστερν, ο προσωπικός του κασκαντέρ Κλιφ Μπουθ, τον οποίο υποδύεται ο Brad Pitt (αυτοί οι δύο είναι οι καλλιτεχνικές πινελιές του Ταραντίνο μιας και είναι φανταστικοί χαρακτήρες) και η Σάρον Τέϊτ (Margot Robbie) είναι οι τρεις βασικοί χαρακτήρες. Το κοινό που έχουν και οι τρεις είναι πως οι ιστορίες τους συναντιόνται στο κέντρο του ιστού, ο οποίος είναι ο λόγος που ο Ταραντίνο χρησιμοποίησε το Χόλυγουντ στα τέλη της δεκαετίας του 60 ως βάση της ιστορίας του και δεν είναι άλλος από τη δράση της «οικογένειας Manson». Η δολοφονία της Σάρον Τέϊτ από την παρανοϊκή ριζοσπαστική αίρεση του Charles Manson επηρέασε την κοινή συνείδηση της εποχής το ίδιο έντονα με τη δίκη του O.J. Simpson τη δεκαετία του 1990.
Στην ταινία ακολουθούμε τον Ρικ στην καθημερινή του ζωή ως σταρ του σινεμά και της τηλεόρασης, τον Κλιφ ως το παιδί για όλες τις δουλειές του Ρικ και την ανέμελη ζωή της Σάρον με τον άντρα της, τον γνωστό σκηνοθέτη Ρόμαν Πολάνσκι. Πιστός στην αγάπη του για δημιουργία κουλ χαρακτήρων, ο Ταραντίνο, σε ακόμα μία μεταμοντέρνα παράδοση, «φτιάχνει» τον Ρικ Ντάλτον και τον Κλιφ Μπουθ ανακυκλώνοντας παλιό περιεχόμενο, ως κλισέ αναπαραστάσεις Χολυγουντιανών ηθοποιών δράσης. Μπλέκοντας τις ζωές των τριών βασικών χαρακτήρων του περίτεχνα και ξέροντας πως όλος ο πλανήτης πλέον γνωρίζει ή έστω έχει ακούσει την ιστορία της Σάρον Τέϊτ, ξεκινάει ένα κρεσέντο ανυπομονησίας και σασπένς, παίζοντας με τον θεατή, βάζοντας τον στο τριπάκι να περιμένει τον βίαιο θάνατο της Σάρον, ακόμα περισσότερο δε αφού στην ταινία ακολουθούμε την Σάρον σαν παπαράτσι, συνήθως με πλάνα από μακριά που δίνουν απόσταση στον χαρακτήρα, σαν να μας υποδεικνύει ο φακός πως η Σάρον είναι … αναλώσιμη. Όπως όμως έγραψα και πιο πάνω, το μεταμοντέρνο στυλ του Κουέντιν έχει την αναθεώρηση των μύθων και της πραγματικότητας ως απαράβατο κανόνα δημιουργίας. Ο Ταραντίνο πήρε την ιστορία της Σάρον και την ξαναέγραψε, δίνοντας της νέες συγκινήσεις και αλλάζοντας τις συμβολικές ιεραρχίες.
Η «σύγχυση» της πραγματικότητας με την πλασματική αναθεώρηση της ταινίας αντικατοπτρίζεται στον τίτλο, ο οποίος παραπέμπει στην ταινία Once Upon a Time in America του σπουδαίου σκηνοθέτη γουέστερν Sergio Leone, αλλά και θεματικά στην επιλογή του γουέστερν χαρακτήρα του ηθοποιού-Ρικ. Από τη μία είναι αυτός που πρωταγωνιστεί σε τέτοιου είδους ταινίες και από την άλλη είναι η αίρεση του Manson που ζει εν είδη γουέστερν, «εκτός νόμου», σε ένα ράντσο έξω από το Λος Άντζελες.
Ερμηνείες:
Τι να πει κανείς για τους τρεις βασικούς χαρακτήρες; Είναι όλοι τους υπέροχοι και κατάφεραν να φέρουν καινούρια ζωντάνια στους ρόλους τους, ο καθένας με τον δικό του τρόπο. Ο DiCaprio, με τρομερή εμπειρία και πολλούς άριστους ρόλους στο ενεργητικό του, ξεδιπλώνει πολύ εύκολα τη γκάμα των ικανοτήτων του και αποδεικνύει γιατί θεωρείται ο πιο δυναμικός ηθοποιός της γενιάς του. Οι δραματικές του σκηνές είναι το ίδιο πειστικές με τις κωμικές του και η ταπεινή μου γνώμη είναι πως αυτός, ο Cristoph Waltz και ο Brad Pitt είναι οι κατεξοχήν Ταραντινικοί χαρακτήρες, αφού μπορούν με την ερμηνεία τους να καλύψουν την μέση κατάσταση ανάμεσα στο απόλυτο δράμα και την over-the-top κωμωδία. Δεν νοείται ταινία του Ταραντίνο άλλωστε χωρίς χιουμοριστικές σκηνές εν μέσω τραγωδίας.
Μεγάλη εντύπωση μου έκανε ο Brad Pitt, ο χαρακτήρας του οποίου ήταν πολύ καλογραμμένος και τον βοήθησε να αναδείξει την εμπειρία καθώς και την ήρεμη γοητεία του. Επίσης καταπληκτική ήταν η Margot Robbie, η οποία αν και δεν είχε πολύ χρόνο στο φακό για τον λόγο που ανέφερα πιο πριν, κατάφερε να αποδώσει τέλεια τον αντιπερισπασμό της ανέμελης ζωής της Σάρον Τέϊτ. Δεν χρειάζεται να γράψω πολλά. Και οι τρεις βασικοί ηθοποιοί έχουν περάσει τις εξετάσεις τους. Ο Leo είναι ο μεγαλύτερος ηθοποιός της γενιάς του, o Brad έχει αφήσει παρακαταθήκη μετά από αυτή και τις ερμηνείες του στον 12ο Πίθηκο, το Moneyball, το Fight Club, το Se7en και τους Άδωξους Μπάσταρδους και η Margot Robbie που πέταξε από πάνω της την ρετσινιά της ξανθιάς bimbo με την οποία την αντιμετώπιζε στερεοτυπικά το Χόλυγουντ μετά τον Λύκο της Γουόλ Στριτ με το I, Tonya, αποδεικνύοντας το τεράστιο ταλέντο της. Ξεχωρίζω την σκηνή του DiCaprio μέσα στο καμαρίνι του μετά από ένα αποτυχημένο γύρισμα και αυτή του Cliff στο σπίτι του Rick κοντά στο τέλος (η οποία ήταν Ταραντίνο από την κορφή ως τα νύχια) ως τις καλύτερες της ταινίας.
Το πανέμορφο αφηγηματικό μωσαϊκό που έφτιαξε ο Ταραντίνο θα σας κάνει να θέλετε να δείτε την ταινία ξανά και ξανά. Στο Once Upon a Time in Hollywood ο γνωστός σκηνοθέτης φαίνεται απελευθερωμένος από την ανάγκη του για συνεχείς αναφορές σε προϊόντα λαϊκής κουλτούρας που μονοπωλούσαν τις παλιές του ταινίες και γι’ αυτό το λόγο πιστεύω πως μέσα από την 9η του ταινία ξεχωρίζει το τρομερό ταλέντο που έχει στη γραφή πέρα από το σκηνοθετικό του χάρισμα. Έχει πει πως σκοπεύει να αφήσει κάτω την κάμερα μετά την 10η ταινία του. Τόνισε όμως πως θέλει να συνεχίσει να γράφει και αυτό με κάνει απίστευτα αισιόδοξο για το μέλλον ενός σινεμά χωρίς την αντισυμβατική του παρουσία.
Οι ειδήσεις της Κατερίνης και της Πιερίας με ένα κλικ.